ΙΣΤΟΡΙΑ Γ΄: 26. Στους Κίκονες, στους Λωτοφάγους και στους Κύκλωπες

Οι περιπέτειες του Οδυσσέα

Picture

Πατήστε πάνω στην εικόνα , κάντε ΚΛΙΚ στην επιλογή αναπαραστάσεις,  επιλέξτε ο χρόνος στην Οδύσσεια, σύρετε το καράβι και ταξιδέψτε μαζί με τον Οδυσσέα.
Picture

Πατήστε πάνω στην εικόνα , κάντε ΚΛΙΚ στην επιλογή πληροφορίες και επιλέξτε η περιπλάνηση του Οδυσσέα.

Picture

ΑΦΗΓΗΣΗ ΤΑΞΙΔΙΟΥ 

[κλικ Αναπαραστάσεις και μετά το ταξίδι του Οδυσσέα (αφήγηση )]


Uploaded on authorSTREAM by iliasili

ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

1. Στους Κίκονες, στους Λωτοφάγους και στους Κύκλωπες

 Ο Οδυσσέας και οι σύντροφοί του έφυγαν με 12 καράβια από την Τροία. Δυνατοί άνεμοι, που έστειλαν οι θεοί,  τους έριξαν στη χώρα των Κικόνων. Οι Κίκονες τους επιτέθηκαν, γιατί ο Οδυσσέας και οι σύντροφοί του τους άρπαξαν ζώα και γλυκό κρασί. Στη μάχη σκοτώθηκαν πολλοί κι οι άλλοι μπήκαν στα καράβια κι έφυγαν μέσα στην καταιγίδα.
Όταν έφτασαν με τα καράβια τους στον κάβο Μαλέα, δυνατός βοριάς έσπρωξε τα καράβια τους στην Αφρική, στη χώρα των Λωτοφάγων. Ο Οδυσσέας έστειλε 3 συντρόφους να μάθουν ποιοι έμεναν εκεί. Οι Λωτοφάγοι τους έδωσαν να φάνε λωτούς (φρούτα μαγεμένα) κι αυτοί αμέσως ξέχασαν πατρίδα και συντρόφους κι ήθελαν να μείνουν εκεί. Ο Οδυσσέας τους πήρε με τη βία κι έφυγαν.
Στη συνέχεια οι άνεμοι τους έφεραν στο νησί των Κυκλώπων.Μόνο το πλοίο του Οδυσσέα πλησίασε στο νησί. Βγήκε με δώδεκα συντρόφους του στη στεριά, μπήκαν σε μια θεόρατη σπηλιά, όπου βρήκαν γάλα, καλάθια με τυρί και αρνάκια και κατσίκια. Έφαγαν και περίμεναν το νοικοκύρη. Μόλις τον είδαν τρόμαξαν, γιατί ήταν θεόρατος κι είχε μόνο ένα μάτι. Ήταν ο Πολύφημος, ο γιος του Ποσειδώνα, που μπαίνοντας έκλεισε την πόρτα της σπηλιάς με έναν τεράστιο βράχο. Άναψε φωτιά, τους είδε, τους ρώτησε ποιοι ήταν, άρπαξε δυο συντρόφους και τους έφαγε. Το επόμενο βράδυ έφαγε άλλους δύο και αφού ήπιε το γλυκό κρασί που του πρόσφερε ο Οδυσσέας τον ρώτησε:
-Ποιο είναι το όνομά σου;
– Με φωνάζουν Κανένα.
-Εσένα, Κανένα, θα σε φάω τελευταίο.
Όταν ο Κύκλωπας έπεσε  για ύπνο μετά από το πολύ φαΐ και κρασί, ο Οδυσσέας άρπαξε ένα μυτερό κλαδί που είχε ξύσει το πρωί και το έμπηξε στο μοναδικό μάτι του Πολύφημου.
-Με τύφλωσε ο κανένας, άρχισε να ουρλιάζει.
“Αφού κανένας δε σε τύφλωσε, τι φωνάζεις” του απάντησαν οι άλλοι Κύκλωπες και έφυγαν θυμωμένοι.
 Το πρωί, άνοιξε την πόρτα της σπηλιάς να βγουν τα πρόβατά του και περίμενε να τους πιάσει. Ο Οδυσσέας, όμως, και οι σύντροφοί του έφυγαν δεμένοι στις κοιλιές των προβάτων.
Έτρεξαν στο καράβι τους και καθώς απομακρύνονταν, ο Οδυσσέας φώναξε:
-Κι αν σε ρωτήσουν ποιος σε τύφλωσε, Πολύφημε, να πεις ο Οδυσσέας, ο γιος του Λαέρτη από την Ιθάκη.
Ο Πολύφημος πέταξε έναν τεράστιο βράχο, δεν πέτυχε το καράβι, παρακάλεσε όμως τον πατέρα του τον Ποσειδώνα :
– Πατέρα, μην αφήσεις να γυρίσει στην Ιθάκη ο Οδυσσέας, που με τύφλωσε. Αν είναι όμως να γυρίσει, να γυρίσει μετά από χίλια βάσανα, μόνος , με ξένο πλοίο, κι εκεί να τον βρουν κι άλλες συμφορές.

Picture